Προηγείται
μια σκιά άνθρωπος γυναίκα και σέρνει τα πόδια της σαν να τα τραβάνε στη γη
βαριές ασήκωτες αλυσίδες... Είναι περίπου στην όψη ίση με 60 χρονών και σέρνει
ένα παλιό καρότσι σούπερ μάρκετ... Μέσα του λογής λογής άχρηστα εκ πρώτης όψεως
πράγματα. Σμπαράλια άλλων που τα πέταξαν και τα μάζεψε εκείνη. Παρκάρει το
καρότσι σε μια γωνιά, με χέρια καλάμια αποστεωμένα παρατημένα σαν και τη ζωή
της μάλλον ολάκερη βαστάει δύο σακούλες μαύρες από αυτές των σκουπιδιών...
Σταματά και απιθώνει
τις σακούλες στο πεζοδρόμιο μπροστά στον τοίχο της καλοσύνης που έστησε το
ΚΕΘΕΑ σε μια γωνιά της πόλης... Και έξαφνα σκίζονται οι σακούλες... Τα ρούχα
που είχε μέσα, χύνονται σαν δάκρυα στο δρόμο. Βουβό το βλέμμα μου την ακολουθεί
στις κινήσεις της. Σκύβει σα λυγερό καλάμι από τον αέρα με μια κίνηση μια κι
έξω, απλώνει τα κλαδιά χέρια και με δύναμη ξεσκίζει τις σακούλες βγάζοντας τα
ρούχα έξω.
Την
πλησιάζω "θέλετε βοήθεια", δεν αντιδρά για απάντηση και συνεχίζει να
βγάζει τα ρούχα σιωπηλή. Σαν να ήταν ιεροτελεστία. Σαν να ήταν λειτούργημα ή
και υποχρέωση που της ανέθεσαν... Με πλησιάζει ένας κύριος με τραβάει πιο
πίσω... "μεγάλος άνθρωπος. Σπουδαία γυναίκα. Έχασε τα παιδιά της σε ένα
βράδυ. Μέσα στο ίδιο βράδυ. Κι έκλεισε και το σπίτι της μαζί. Σαν να ήταν
γραφτό της. Και από τότε τριγυρνά στους δρόμους μαζεύει ρούχα και τα φέρνει
εδώ. Ένα χρόνο τώρα. Ήρωας, από τα παιδιά της για τα παιδιά των δρόμων..."
μου είπε σαν να με ήξερε. Σαν να τον είχα ρωτήσει. Ίσως το σώμα μου όπως
στεκόμουν και την κοιτούσα, να είχε ρωτήσει σιωπηλά...
"Αν
επιτρέπεται από τι έχασε τα παιδιά;" τον ρώτησα. - "Ένας διάολος
τρώει τα νιάτα σα μπλέκουν με το δρόμο. Πρέζα φίλε μου. Διάολος... "
Σώπασα
μέσα μου όλες τις φωνές μου. Βούρκωσα και γύρισα από την άλλη. Ίδιος μια
πολιτεία που σιωπά και αλλάζει στενό, δρόμο, πλευρό... Κι η γυναίκα έπιασε τα
ρούχα να τα κρεμάει ρούχο το ρούχο στα καρφάκια και τους γάντζους στον τοίχο.
Για τα "παιδιά των δρόμων"...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου